Μπορεί στις μέρες μας ένα ταξίδι να γίνεται κυρίως για λόγους αναψυχής, ωστόσο παλιότερα αυτό περιείχε και μια επιπλέον σπουδαιότητα. Τα ταξιδιωτικά ημερολόγια και οι παρατηρήσεις των περιηγητών των προηγούμενων αιώνων αποτελούσαν σημαντική και κάποιες φορές μοναδική πηγή πληροφόρησης για την κατάσταση ενός τόπου.
Θα το διαπιστώσετε από τις πρώτες σελίδες των βιβλίων “Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα” από το 333μ.Χ έως το 1821, του Κυριάκου Σιμόπουλου. Οι αξιόλογες και λεπτομερείς αρκετές φορές περιγραφές που άφησαν οι περιηγητές στην Ελλάδα κατά τα χρόνια αυτά προκαλούν έκπληξη.
Ιστορίες για πειρατές, ναυμαχίες, αρχαιοκαπηλίες, απρόσμενα περιστατικά θα συναντήσετε αρκετά μέσα στο αξιόλογο αυτό έργο.
Πολλοί ήταν αυτοί που ταξιδεύοντας με τον Παυσανία στο χέρι αναζητούσαν το μυστήριο της αρχαίας Ελλάδας. Έφταναν έως τους Δελφούς για να διαπιστώσουν ότι το στάδιο είχε μετατραπεί σε μαντρί και ενεπίγραφες πλάκες είχαν γίνει τοίχοι στα σπίτια των χωρικών. Σύμφωνα με τις περιγραφές μια παρόμοια κατάσταση επικρατούσε παντού στην Ελλάδα, ωστόσο οι φιλέλληνες αναγνώριζαν το κάλλος των προηγούμενων χρόνων ανάμεσα από τα ερείπια, τα πρόσωπα και τις συνήθειες των κατοίκων. Κάποιοι άλλοι ωστόσο, κυριευμένοι από τη μανία της αρπαγής αρχαίων περιόδευαν στην Ελλάδα, ιδιαίτερα από το 1770 έως 1820, και φόρτωναν για τις χώρες τους καράβια γεμάτα αρχαιότητες.
“Την Τρίτη 12 Αυγούστου ο πρεσβευτής (κόμης του Marcheville) νοίκιασε ένα καΐκι και πήγαμε στη Δήλο, δέκα μίλια δυτικά από τη Μύκονο. Είδαμε τα λείψανα του αρχαίου ναού και το μεγάλο άγαλμα του θεού ακρωτηριασμένο....βλέπει κανείς τον κορμό και ένα μέρος των μηρών. Το υπόλοιπο το άρπαξαν οι περίεργοι που έρχονται κάθε τόσο στο νησί. Ανάμεσά τους συγκαταλέγομαι και εγώ γιατί έσπασα με την σειρά μου ένα κομμάτι και το πήρα μαζί μου για ενθύμιο...”
Ιδιαίτερα μετά το 1600 οι περιγραφές γίνονται πιο πλούσιες, λεπτομερείς και συχνά περιέχουν προσωπικές απόψεις και σχολιασμούς. Θα διαβάσετε για την εντύπωση που προκαλούσε στους περιηγητές η καλαισθησία και η ευγένεια των γυναικών της Χίου, οι τοπικές ενδυμασίες της Μήλου με τα κοντά για την εποχή φορέματα των γυναικών, τα έθιμα και οι χοροί των κατοίκων του Αιγαίου, το άριστο κλίμα που εξασφάλιζε καλή υγεία. Με το τελευταίο δικαιολογούσαν και την απουσία γιατρών από τα περισσότερα μέρη.
“Η Χίος είναι ο πιο ευχάριστος τόπος της τουρκικής αυτοκρατορίας, χάρη στο γλυκό κλίμα, τη γονιμότητα της γης και τη φιλοφροσύνη των κατοίκων...οι γυναίκες είναι εδώ πολύ όμορφες (δυσκολεύεται κανείς να βρει έστω και μια άσχημη)...πηγαίνουν ελεύθερα όπου θελήσουν. Αισθάνονται ιδιαίτερη κλίση προς τους ξένους. Είναι πανέμορφες, παίζουν μουσικά όργανα, τραγουδούν και χορεύουν θαυμάσια.”
Από τα εξερευνητικά μάτια των ταξιδιωτών δεν γλίτωναν ούτε οι στιγμές ιδιωτικού βίου που έφταναν να περιγράφουν γάμους, γέννες, νεκρικές συνήθειες, εξορκισμούς, τις δουλειές και ότι άλλο τους προκαλούσε την προσοχή.
Ο Συμιώτης σφουγγαράς εξήγησε σ' ένα είδος 'φράγκικης γλώσσας' ότι τα σφουγγάρια μεγαλώνουν στους βράχους δέκα και συχνά είκοσι οργιές κάτω από την επιφάνεια του νερού.
“Μουσκεύουν στο λάδι μισό σφουγγάρι. Το υπόλοιπο το εμβαπτίζουν από πριν σ' ένα στυπτικό υγρό ώστε να μην απορροφά το λάδι. Έπειτα βάζουν το σφουγγάρι στο στόμα τους, αφήνοντας έξω το κομμάτι που είναι μουσκεμένο στο λάδι. Το δαγκώνουν με δύναμη κι έτσι το σφουγγάρι με το λάδι κλείνει το στόμα και εμποδίζει να μπαίνει νερό. Ύστερα βουτούν στην θάλασσα. Κι εκεί στα βάθη απομυζώντας το σφουγγάρι, μπορούν να παρατείνουν την παραμονή τους κάτω από το νερό...”
Μέσα από τα ημερολόγια και τις επιστολές των ταξιδιωτών μεταφέρθηκαν ήθη και έθιμα πολλών περιοχών της Ελλάδας, γιατροσόφια της εποχής, δεισιδαιμονίες, περιγραφές βασανιστηρίων και ότι αφορούσε την κοινωνική ζωή. Συχνά αναφέρεται ο ρόλος της εκκλησίας και των κληρικών ενώ δεν λείπουν και οι παρατηρήσεις για την ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων οι οποίες ποικίλουν ιδιαίτερα από περιηγητή σε περιηγητή.
Κάτω από το μοναστήρι της Πάτμου ο γάλλος περιηγητής Choiseul-Gouffier γράφει για την συνάντησή του με ένα ρασοφόρο λόγιο.
“Ένας καλόγερος που κατέβαινε βιαστικός από τον λόφο με ρώτησε ιταλικά από που είμαι, από που έρχομαι και τι έγινε στην Ευρώπη σ' αυτά τα τελευταία εφτά χρόνια, γιατί καράβι δεν έχει αράξει από τότε στο βραχονήσι τους. Μόλις έμαθε πως είναι Γάλλος ξεφώνισε:
- Ζει ο Βολταίρος;
Φαντάζεται κανείς την έκπληξή μου....”
Ο περιηγητής αυτός διετέλεσε έπειτα πρεσβευτής στην Πόλη και είχε σαν συνεργάτη στο κυνήγι αρχαιοτήτων τον ζωγράφο Fauvel ο οποίος είναι υπαίτιος για αμέτρητες αρπαγές και καταστροφές αρχαιοτήτων σε όλη την Ελλάδα.
Ο Γάλλος περιηγητής Savary πέρασε 8 ημέρες στην Κάσο και κατά την παραμονή του έφτασε ένα κασιώτικο καράβι φορτωμένο ρύζι, πεπόνια, ρόδια και άλλα φρούτα. “Όλες οι γυναίκες κατέβηκαν στο γιαλό. Έτρεξαν βιαστικά να υποδεχτούν άλλη αδερφό, άλλη πατέρα. Ποτέ δεν είδα τέτοια θέρμη τρυφερών εκδηλώσεων. Τους αγκάλιαζαν σφιχτά και δοξολογούσαν το Θεό που ξαναγύρισαν. Να οι αρχαίοι Έλληνες είπα μέσα μου. Να η ζωηρή φαντασία τους έτοιμη πάντα να πάρει φωτιά. Να η εξαίσια ευαισθησία που τους ξεχωρίζει από όλους τους λαούς της γης. Αυτός ο βράχος τους προστατεύει από το ζυγό των Τούρκων και τους επιτρέπει να διατηρούν τον αρχαίο χαρακτήρα τους.”
Η σπουδαιότητα της μεταφοράς πληροφορίας από τους ταξιδιώτες παραμένει ακόμη και σήμερα σημαντική. Άλλωστε η μετάδοση της προσωπικής εμπειρίας του ταξιδιώτη είναι αναντικατάστατη εξαιτίας του ότι έχει τις αποχρώσεις της κάθε οπτικής γωνίας.
Το τερπνόν μετά του ωφελίμου λοιπόν, οπότε μην διστάζετε να κρατάτε ταξιδιωτικό ημερολόγιο. Μπορεί κάποια στιγμή να φανεί πολύτιμο για τους σύγχρονους ταξιδευτές ή τους ερευνητές του μέλλοντος.
- Άρθρα/
- Παράδοση/